Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

Περήφανες Λοιμώξεις Της Ηθικής Ευαγγελίζονται.


Στοχάζεται Γράφει και Ευλογει
  'Ηβη Καίσερλη

Photo  art  
 

Ξύπνησα στο 2020.
Άνοιξα τα παράθυρα να μπει καθαρός αέρας 
και ν ακούσω τα πουλιά να κελαηδούν,
 Αλλά μπήκε μόνο σκατίλα από τις σωληνώσεις της πολυκατοικίας.
 Και θόρυβος από χιλιάδες καζανάκια..
Όλοι χέζουν κορονοιό κι εγώ τον αναπνέω..
Έστειλα το sms μου,έγραψα την δήλωση μου και βγήκα να μαζέψω κρίνους..
Aχχχ  οι κρίνοι..
Θα τους κάνω με μπακαλιάρο και σκορδαλιά!
Έτσι δεν κάνουν σήμερα;
 Η γάτα μου με κατακρίνει και διαμαρτύρεται..
Δεν της αρέσει ο κρίνος.
Είναι χειρούργα άλλωστε..
Προτείνει περιστέρια και λιόφυλλα..
Ίσως είναι κατά βάθος εθνικίστρια.. 
Την έντυσα τσολιά και της άρεσε. 
Μου έφερε μάλιστα κάτι μισοκακόμοιρα περιστέρια λαθρομεταναστες
 να μου το αποδείξει.
Ίσως τη βάλω στο φούρνο, δεν ξέρω..
θα ταίριαζε με ρίζες λωτού άραγε όπως το είδα σ ένα κινέζικο μάστερ σεφ;
Ο λωτός φέρνει λήθη..
ξεχνάς πως τρως ότι αγαπάς για να πάρεις τα μάτια του και τις δυνάμεις του
 Κι ύστερα... 
Βγαίνω σα γάτα  απ' τον φωταγωγό.
 Κερνάω ακούσια ντουμάνια τις γριές που 
βηχολογούν συνωστισμένες  
κουτσομπολεύοντας ολημερίς
 στους κοινόχρηστους χώρους τις πολυκατοικίας
Κάθε μέρα  σε ώρα ευέλικτη
αλλά πάντα μετά τον όρθρο και πριν το μεσημεριανό
βγάζουν επιτελικές ανακοινώσεις με ντουντούκες
Στη συνέχεια τις κολλούν  παντού
στις πόρτες, στους τοίχους, στο ασανσέρ και πάνω μου,
απαγορεύοντας την είσοδο στους ντελιβεράδες

Θα τους ρουφήξω τη ψυχή καθώς κοιμούνται..
για να τη χέσω μετά κι εγώ με τη σειρά μού 
στις σωληνώσεις της υπέροχης πολυκατοικίας μας..
αν σταματήσουν τα καζανάκια χαθήκαμε! 



Τρίτη 19 Φεβρουαρίου 2019

Η Τρίτη είναι η καλύτερη μέρα για σούπες










Ω αγαπημένη  καιρό είχα να σας δω!
Αυτή είναι μια ξεχωριστή μέρα για σας!
Ελάτε, ελάτε
Ω πέσατε κάπως άτσαλα!
Αφήστε, θα σας τοποθετήσω εγώ!
Ξέρετε μου έλειψε η τρυφερή σας καλήμερα.
Μπορεί να μην την απευθύνατε σε μένα αλλά πάντα έφτανε στα αυτιά μου. 
Μου έλειψε το χαμόγελο  σας κι αυτή
η αμήχανη  κίνηση  σας, να βάζετε  τα μαλλιά σας
πίσω απ' το αυτί.
Μου έλειψε η γαργαλιστική σας μυρωδιά
που στριμώχνει αυτή την ανεπαίσθητη σας λύπη
μέσα σε ένα παρτέρι φρεσκοκομμένου γκαζόν
πασπαλισμένο με την ασφαλή θαλπωρή μιας κατσαρόλας που
που σιγοβράζει  κρεατόσουπα.
Ω μην τρομάζετε!
Η Τρίτη είναι η καλύτερη μέρα για σούπες ξέρετε.
Η Μητέρα μου το έλεγε πάντα αυτό, 
Το πίστευε πραγματικά  και το εφάρμοζε ανελλιπώς.
Σας παρακαλώ, προσπαθήστε να κρατήσετε την ψυχραιμία σας .
Η Μητέρα μου τιμούσε τις μέρες τις δημιουργίας,
Φρόντιζε πάντα να μας δένει σφικτά σ αυτές
Δεν έδινε ποτέ σημασία στις αντιδράσεις και τα κλάματα μας
Τραβούσε  στενές λωρίδες από το δέρμα μας και μας έδενε
πάνω στην μονή αλήθεια που άφηνε τα μάτια της να δουν.
Ένα κρεάτινο γαϊτανάκι, όλα τα παιδιά της, ταγμένο να γυρνάει
γύρο από τον δείκτη της και περιμένοντας  μ ανυπομονησία
να μας δείξει, να μας επιλέξει για να δεχτούμε τις ευλογίες της.
Μην κουνιέστε παρακαλώ
δεν χρειάζεται να γίνει επίπονο για σας.
Αγαπούσε της μέρες της δημιουργίας η Μητέρα
Αγαπούσε ιδιαίτερα την τρίτη, 
όταν ο Θεός τράβηξε τα νερά από τη γη και φανέρωσε τις ακτές.
 Γι αυτό κι Αυτή τον τιμούσε γεμίζοντας τις κατσαρόλες της με σούπες.
Κρατούσε το υγρό στοιχείο περιορισμένο. 
Το σέρβιρε σε βαθειά  στρογγυλά πιάτα,
καυτό, εξαντλημένο από το βρασμό, προορισμένο
να γεμίζει φουσκάλες τα στόματα μας και να σβήνει κάθε αμφιβολία από το μυαλό μας.
Η αλήθεια είναι πως μπορεί να μην αντλούσαμε ηδονή από την κατάποση
μα δεν πεινάσαμε πότε, ούτε  ποθήσαμε  λέξεις με άλλη  γεύση ή θερμοκρασία.
Αγαπούσε την τρίτη μέρα γιατί στέγνωσαν τα χώματα,
 σκλήρυναν και μπορούσαν να αντέξουν τα δυο της πόδια 
κι όλη την ευθύνη που κουβαλούσαν πάνω τους.
Είδατε τι μ αναγκάσατε να κάνω;
ορίστε λεκιάσατε  το ωραίο σας πουκάμισο!
Η Μητέρα απεχθανόταν την βια.
Δεν μας χτυπούσε ποτέ.
Μας κινούσε μέσα στο χάος μ ένα απλό πλατάγισμα της γλωσσάς.
Την νύχτα μας προσέφερε την τρυφερότητα που απαγόρευε το φως
Άνοιγε τα πόδια της και γλιστρούσαμε ένας ένας μέσα της.
Εκεί που μας πρωτοσκέφτηκε ο Θεός
Εκεί που Αυτή μας αγάπησε και ορκίστηκε να μας σώσει.
Τα παιδιά της, τα αγαπημένα της παιδιά.
Τους γιους της. 
Οι αδερφές μου δεν έμεναν ποτέ για καιρό μαζί μας.
Όχι  δεν είναι ότι η αγάπη της Μητέρας ήταν λιγότερη γι αυτές
μην κάνετε τέτοιες υποθέσεις,
απλά ο Θεός δεν είχε φανερώσει ακόμα ένα προορισμό που να μπορέσουν να βαδίσουν.
Η Μητέρα δεν άντεχε να τις απογοητεύει με την σιωπή της
αυτές τις καταδικασμένες σε μόνιμη αναμονή.
Έτσι τις σκόρπιζε στον κήπο κι αυτός άνθιζε και μοσχομύριζε,
 όλοι κοντοστεκόταν και τον χάζευαν
κι η Μητέρα ήταν τόσο περήφανη και χαρούμενη
ψηλή, τεράστια κι η αγάπη  ξεχείλιζε από τους πόρους της
 ματωμένος ιδρώτας
αγνός και πρωτόγονος. 
Έτσι επέλεξα να την θυμάμαι
Χαμογελαστή μέσα στον καλοταϊσμένο κήπο της.

Τελειώνω, τελειώνω, λεπτομέρειες μείναν.
Να!
Είστε τόσο όμορφη έτσι απλωμένη
ανοιχτή, υγρή και κατακόκκινη.
Μια αψεγάδιαστη αλήθεια.
Μια ρευστή υπόσχεση.
Μια πράξη ασύγκριτης αγάπης,
σε μια εποχή που τα θαύματα έχουν πια τελειώσει,
κι οι κοιλιές μας γουργουρίζουν πεινασμένες.
Σας αγαπώ!
Πραγματικά σας αγαπώ!
Θα σας κρατήσω πάντα μέσα μου!
Παιδί πάλι,
 αγαπημένο, χορτάτο, ασφαλή,
θα αποκοιμηθώ εδώ,
 πάνω σας,
λίγο,
μόνο για λίγο...

Μέχρι ο χρόνος ν αρχίσει πάλι να κινείται.
Μέχρι ο Θεός 
να ξεκινήσει τη μέρα ξανά.
 

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2019

Συγκατάθεση







Κάτι ρυπαρό μπουσουλάει κάτω από το δέρμα μου
Το παρακολουθώ καθώς
διεκδικεί 
την κίνηση του χρόνου μου
Μου μιλά με την μεταλλική φωνή 
χιλιάδων σκουριασμένων καρφιών 
που σέρνονται πάνω σε γυαλί
"Πρέπει να αρρωστήσεις αν θες να παραμείνεις υγιής"
Κλείνω τ αυτιά μου
σφιχτά με τις παλάμες 
μα το εγκλωβίζω μέσα μου 
"Σ' αγαπώ"  επαναλαμβάνει
βολεμένο  στις φωνητικές  μου χορδές
Ανοίγω  το στόμα
μα το μόνο  που βγαίνει  είναι  συγκατάθεση
Μου κόβει τα οπτικά νευρά
Γιγαντώνεται μέσα στο σκοτάδι μου
Με θωπεύει με την τρυφερή χυδαιότητα
του έμπειρου εραστή
Το νιώθω να φοράει τα δάχτυλά μου
  κρύο και υγρό
Γλιστράει μέσα μου
Με γονιμοποιεί
με κάτι θλιβερά σιωπηλό
που δεν θα γεννηθεί ποτέ
Γεύομαι αλμύρα
Κλαίω ή βυθίζομαι;
"Η απελπισία είναι η πολυτέλεια των απλών ανθρώπων
η επιθυμία ψευδαίσθηση αθανασίας 
πρέπει να αρρωστήσεις αν θες να παραμείνεις υγιής"
Με πείθει
Ενσωματώνομαι στο υπόλοιπο της ζωής μου 
αποδεχόμενη 
πως είμαι πια νεκρή.

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

Μυκονος.






 Στην Μύκονο έχουν εξαφανιστεί όλοι οι άνθρωποι
  Τους έχουν αντικαταστήσει με Σάιμπορκ.
Tα καταλαβαίνεις γιατί δεν είναι προγραμματισμένα 
να κάνουν eye contact και όλο χαμογελάνε.
Καλογυαλισμένα βγαλμένα από αψεγάδιαστα καλούπια,
είναι παραταγμένα σ όλο το νησί 
με τους αισθητήρες κίνησης πάντα σε λειτουργία
Κινούνται μόνο όταν περνούν μπροστά τους οι πελάτες 
Ανοίγουν διάπλατα το στόμα τους προσφέροντας
μέσα από σειρές  γυάλινα  υπέρλευκα δόντια
 Καλημέρες και Εξυπηρέτηση 
σε 472 γλώσσες και διαλέκτους
Μελετημένες χρόνια 
-κι αποδεδειγμένες από 3 ντουζίνες ανωτέρων πανεπιστημιακών και
 υπερκοστολογημένων ιδρυμάτων-
 κινήσεις υποταγής, των άνω άκρων και του κεφαλιού,
 συμπληρώνουν το ρεπερτόριο τους.
Ελλείψει πελατών,  παραμένουν αδρανή στο ίδιο σημείο
εξοικονομώντας ενέργεια στις μπαταρίες λιθίου που κουβαλάνε.
Δεν επαναφορτίζονται.Το χαμηλό κόστος παραγωγής
τα καθιστά αναλώσιμα.
Ούτε ανακυκλώνονται.Το υψηλό κόστος ανακύκλωσης
τα μετατρέπει σε κοινό μυστικό σε παράνομες χωματερές
και μη γελιόμαστε μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία 
να αλλάζει το χρήμα χέρια.

Πρόεδρος της Μύκονος Corporation είναι ο Πέτρος ο 13ος
 Θέλοντας να εκδικηθεί τους προγόνους του
 που βιάστηκαν κατ εξακολούθηση και δολοφονήθηκαν πάραυτα
 ή ακόμα κ αυτούς που πέθαναν από φυσικά αίτια,
όσο φυσικά κι αν είναι  αυτά για ένα καταδικασμένο
 -σε ισόβια καταναγκαστικά έργα- πτηνό,
 φυλάκισε όλους τους νησιώτες στο ροζουλί προγούλι του 
απολαμβάνοντας τόσο την σταδιακή κατάποση τους όσο και την αφόδευση τους.
Εκεί διπλά στους ανεμόμυλους δημιουργείται
ένας συνεχώς διογκούμενος λόφος από ανθρωποκοπριά. 
Περιμένει την κατάλληλη συγκυρία  για να μονοπωλήσει
την παγκόσμια αγορά με το καινοτόμο αυτό προϊόν.
Βέβαια έχει κρατήσει μερικούς από τους νησιώτες ζωντανούς
ως C.E.O.ς , λογιστές, και υπευθύνους χειραψιών,
αλλά αυτοί δεν ξεπερνάνε τα 50 άτομα.
Το κόστος τους αμελητέο με μισθούς να υπερκαλύπτουν
τις ανάγκες τους σε recreational drugs ,προαγωγούς ανηλίκων
και αγορές χοίρων.
Ω αγαπάνε τα γουρούνια οι C.E.O.ς
της Μύκονος Corporation.
Αφού τα χοιροσφάγια είναι η αγαπημένη τους εορτή.
Χώρια που δεν προσβάλουν των Πρόεδρο τους και αφέντη
με την κατανάλωση συγγενών πτηνών (κοντινών και μακρινών)
Ικανοποιημένος ρεμβαζει ο Πέτρος  στα ασβεστωμένα σοκάκια
του νησιού και περήφανος απολαμβάνει  το σούσι του στα παραλιακά ρεστοράν
μετρώντας τα πλοία που ξεφορτώνουν τραπεζικούς λογαριασμούς.

Ευτυχώς που πλησιάζει το τέλος της σαιζόν
κι Μύκονος θα κατεβάσει ρολά.
Έτσι κι ο
Πέτρος ο 13ος θα μπορέσει να ταξιδέψει
κάπου όμορφα.
Η αλήθεια είναι ότι αυτή η δουλειά στέρεψε από τις συγκινήσεις
την ερωτική ευχαρίστηση  και την αδρεναλίνη των πρώτων ετών
Η πλήξη της ρουτίνας του καταστρέφει το φτέρωμα.
Άντε λίγες μέρες έμειναν

-Τα Σάιμποργκ θα παραμείνουν στις θέσεις παύσης εργασιών.
Είναι ανθεκτικά στην υγρασία
και οι -τελευταίας τεχνολογίας- προσδετήρες τους,
 κατασκευασμένοι αποκλειστικά στην Γερμανια
τους δίνουν σταθερότητα μέχρι τα 12 μποφόρ. 
 
 

Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2018

Πέμπτη.





art
Jeanloup Sieff


Σχίζω το πετσί μου
με μάλλον άγαρμπες κινήσεις
Το στόμα σου ανοίγει διάπλατα
Ακούω το σαγόνι σου να εξαρθρώνεται
Βλέπω ένα γενναίο ψέμα να κουρνιάζει
στο λαρύγγι σου
Ξετυλίγεται σιγά σιγά
ξεπροβάλει
πίσω από τα δόντια
Χύνεται πάνω στο στομάχι σου 
πριν προλάβω να το στραγγαλίσω
Η αργοπορία μου
μας επαναφέρει
στο τακτοποιημένο μας σαλόνι.
Ποια μέρα θα φορέσουμε σήμερα;
"Την Πέμπτη"
 επιμένεις
"Είναι τόσο κοντά στο τέλος
και σε ασφαλή απόσταση από την αρχή"
"Αναμονή κορυφωσης"
γουργουρίζεις ικανοποιημένος
"Ποιος τολμά να πεινάσει για κάτι άλλο;"
τελειώνεις εκστασιασμένος. 


Πέμπτη 1 Φεβρουαρίου 2018

Ήμουν και δεν είμαι πια.




art  Timvnas


ήμουν και δεν είμαι πια 
μην κλαις 
την σάρκα που αφήνω πίσω
θα εξέλθω εκ νέου από την άβυσσο
πεινασμένη
όμορφη
ανελέητη
εγώ φωνή σπαραχτική
κάλεσμα
στους γύπες
στους ζητιάνους
στα σκουλήκια
εγώ η σήψη
στο μεγάλο δείπνο
 ηγεμόνων και  βασιλέων
αλεσμένο γυαλί στο ψωμί τους 
εγώ ο φόβος στα στομάχια τους
εγώ τα ματωμένα ούλα τους

η ατσαλένια παραφωνία
της ευδαιμονίας τους
η αφαίρεση
και η παύση
απλώνομαι
είμαι ρευστή
ηδονιστική 
ύπουλη
κοχλάζω 
πάνω στο πετσί τους
σαρκοφάγο μειονέκτημα
στη βεβαιότητα τους 
θανάσιμη και ατελής

 ήμουν και δεν είμαι πια 
μη με θυμάσαι
γνώρισε με
 πριν όλα μυρίσουνε στάχτη
πριν ντυθείς τα ψέματα που ψιθυρίζεις
αλήθειες
πριν χαθώ μέσα στο θάνατο


Σάββατο 5 Αυγούστου 2017

Μια άβολη συνάντηση.





art matt lombard




 Η μυρωδιά από ιδρωμένα ρούχα
δεν ήταν καλότυχη στο σπίτι της
Της ξετύλιξε την κόλαση
πάνω στο τραπέζι
Του πρόσφερε καφέ και δυσφορία
Του μίλησε για τον καιρό και την συνέπεια
Αυτός χώθηκε κάτω από το τραπέζι
Κουλουριάστηκε κι άρχισε να της πιπιλάει το μεγάλο δάχτυλο
του ποδιού μέχρι που το εξαφάνισε
Προχώρησε στο επόμενο
Του μιλούσε για την αδράνεια
καθώς ίδρωνε τις αμφιβολίες της στη χούφτα
Αυτός είχε φτάσει πάνω από το γόνατο
του χάιδευε το κεφάλι με τα ακροδάχτυλα
Μύριζε σχεδόν τις μνήμες του
Γευόταν την στιφάδα τους
Ένιωθε  μουδιασμένη
Προσπάθησε να κουνήσει τα πόδια της αλλά αυτά δεν ήταν πια εκεί
Άρχισε να τραγουδάει
ένα νανούρισμα
Αυτός είχε φτάσει στο αιδοίο της
Πιπίλιζε ρουφούσε  κατάπινε
εξαφάνιζε
ανέπνεε
θλιβόταν
συνέχιζε
Είχε φτάσει πια στον αφαλό της
Αυτή θυμήθηκε την μάνα της
Ένιωσε τα χέρια της να την σηκώνουν ψηλά
ένιωσε τον ίλιγγο
έκλαψε με την πτώση
"ω οι μάνες μας ήταν τόσο ψηλές
μα οι γιαγιάδες μας τόσο πλατιές"
Του ζήτησε να κάνουν ένα διάλειμμα
αυτός ήταν χωμένος μέσα στο στομάχι της
 Δεν την άκουσε
Του μίλησε για την μεταμέλεια που
που κουρνιάζει στους λεπτοδείκτες
Του μίλησε για το μέλι και τα πάλσαρ 
Ένιωθε κάπως νυσταγμένη
Η γλώσσα του σκληρή γεμάτη ακίδες σέρνονταν
στα πνευμόνια της άλλοτε αργά άλλοτε γρήγορα
Το στόμα του άφριζε από τον κόκκινο πολτό της
Στάλαζε τα παχύρρευστα υπολείμματα της πάνω στο χαλί
Αυτή έσκιζε παλιές φωτογραφίες
 Προβληματιζόταν για το βραδινό
"τόσα ακίνητα χαμόγελα 
περισσεύουν σ' ένα σπίτι μ' άδειες κατσαρόλες"
Μονολογούσε
"τα θλιμμένα μάτια είναι κλισέ τ' απομεσήμερου"
Συνθηκολογούσε 
"ο χρόνος δεν  έφερε κανένα πεθαμένο πίσω" 

Η ώρα περνούσε και αυτή δεν υπήρχε πια σχεδόν καθόλου
Ίσα που πρόλαβε να σιάξει τα μαλλιά της πριν 
αυτός εξαφανίσει τα χέρια της 
Είχε μείνει μόνο το κεφάλι της πεσμένο άτσαλα πάνω στην καρέκλα
Αυτός, υγρός κόκκινος γίγαντας
το πήρε στα χέρια του
γέμισε το στόμα της κατιφέδες.
Μετά της έραψε τα χείλη
Το κράτησε ψηλά κι έκλαψε σαν μικρο παιδί
  Το τοποθέτησε με δέος μέσα στο ψυγείο.
Συμμάζεψε όλη την αναστάτωση
που είχε προκαλέσει
και την έχωσε στην τσέπη του. 

Φόρεσε το σακάκι του και έφυγε από το σπίτι.